ΑΝΔΡΟΣ: ΙΣΤΟΡΙΑ - ΓΕΝΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Σύμφωνα με τη μυθολογία, ο ήρωας Άνδρος, απόγονος του Απόλλωνα ή του Διόνυσου, έδωσε το όνομά του στο νησί, το οποίο εγκατέλειψε έπειτα από εξέγερση των κατοίκων του και ίδρυσε στην Τρωάδα την πόλη Άντανδρο.
ΑΝΔΡΟΣ: ΝΕΟΛΙΘΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ
Ως προς τα επιστημονικά δεδομένα, τα τέλη της Νεολιθικής περιόδου (4η χιλιετία π.Χ.) οι σημαντικοί οργανωμένοι οικισμοί του Στρόφιλλα στο δυτικό μέρος του και του Μικρογιαλίου στη βορειοανατολική ακτή εντάσσουν την Άνδρο στις κυκλαδικές πολιτιστικές φάσεις του Σάλιαγκου, της Αντιπάρου και της Κεφάλας της Κέας.
ΑΝΔΡΟΣ: ΠΡΩΤΟΚΥΚΛΑΔΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ
Κατά την Πρωτοκυκλαδική και Μεσοκυκλαδική περίοδο (3000-1600 π.Χ.) ακμάζει στη δυτική ακτή ο στρατηγικής σημασίας και φυσικά οχυρωμένος οικισμός της Πλάκας, που συνδέεται με τους σύγχρονους οικισμούς της Φυλακωπής στη Μήλο, της Αγίας Ειρήνης στην Κέα και του Ακρωτηρίου στη Θήρα. Από την Ύστερη εποχή του Χαλκού έχουν εντοπιστεί μόνο τρία μυκηναϊκά αγγεία από την Παλαιόπολη και τον όρμο Κορθίου. Η Γεωμετρική περίοδος (10ος-8ος αι. π.Χ.), εποχή ιδιαίτερης ακμής της Άνδρου, αντιπροσωπεύεται από δύο οχυρωμένους ισχυρούς οικισμούς πάνω σε λόφους της δυτικής ακτής, τη Ζαγορά και την Υψηλή.
ΑΝΔΡΟΣ: ΑΡΧΑΪΚΉ ΠΕΡΙΟΔΟΣ
Από την Αρχαϊκή περίοδο (7ος-6ος αι. π.Χ.) και μέχρι το τέλος της ύστερης Αρχαιότητας το πολιτιστικό κέντρο του νησιού μεταφέρεται στην ευρύτερη περιοχή της Παλαιόπολης, η οποία διαθέτει ακρόπολη και κυρίως πόλη, εύφορη ενδοχώρα και φυσικά λιμάνια. Η Άνδρος συμμετείχε στον Α΄ Αποικισμό, ιδρύοντας στη Χαλκιδική σημαντικές αποικίες, όπως τα Στάγειρα (τόπος καταγωγής του Αριστοτέλη), την Άκανθο και την Άργιλλο.
Η ευημερία της περιόδου αυτής φαίνεται απο την πλούσια νομισματοκοπία. Σχετικά ευρήματα μαζί με τον Ερμή της Ανδρου φιλοξενούνται στο Αρχαιολογικό Μουσείο στη Χώρα. Τον 7ο αιώνα π.Χ. η Ανδρος συμμετείχε μαζί με τους Χαλκιδείς στον αποικισμό της Χαλκιδικής και των παραλιακών περιοχών της Θράκης.
Στους Περσικούς πολέμους πολέμησε στο πλευρό των Περσών, με αποτέλεσμα οι Αθηναίοι υπό το Θεμιστοκλή να την πολιορκήσουν (ανεπιτυχώς) για να την τιμωρήσουν. Εντάχθηκε στην Α΄ Αθηναϊκή Συμμαχία και υποστήριξε τους Αθηναίους στον Πελοποννησιακό πόλεμο. Μέχρι το 393 π.Χ., που οι Αθηναίοι κήρυξαν ανεξάρτητο το νησί, η Άνδρος αποτελούσε το μήλον της Έριδος μεταξύ Αθηναίων και Σπαρτιατών.
Τον 4ο αι. π.Χ., κατά την κυριαρχία των Μακεδόνων στις Κυκλάδες, η Άνδρος ανήκε στο Κοινό των Νησιωτών. Στα χρόνια των Διαδόχων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, το νησί ενσωματώθηκε στο βασίλειο των Πτολεμαίων μέχρι και το 199 π.Χ., όταν οι νέοι κυρίαρχοι του Αιγαίου, οι Ρωμαίοι, το κατακύρωσαν στο βασίλειο της Περγάμου και στη συνέχεια ο Άτταλος ο Α΄ το παραχώρησε στη Ρώμη (133 π.Χ.). Στα Πρωτοβυζαντινά χρόνια (4ος-6ος αι. μ.Χ.) αποτέλεσε τμήμα της Επαρχίας Νήσων της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, ενώ μετά τον 7ο αιώνα εντάχθηκε στο διοικητικό Θέμα του Αιγαίου Πελάγους.
ΑΝΔΡΟΣ: ΜΕΣΑΙΩΝΑΣ
Στο Μεσαίωνα το νησί επλήγη από τις επιδρομές των Σαρακηνών, χωρίς ωστόσο να διακοπεί η πολιτιστική δραστηριότητα. Η ανάπτυξη της μεταξουργίας κατά την εποχή της Αυτοκρατορίας των Κομνηνών (11ος-12ος αιώνας) αποτέλεσε το επίκεντρο της οικονομικής ανάπτυξης του νησιού, μετατρέποντάς το σε κέντρο εξαγωγών βελούδινων και αραχνοΰφαντων υφασμάτων στη Δύση.
ΑΝΔΡΟΣ: ΒΥΖΑΝΤΙΝΉ ΠΕΡΙΟΔΟΣ
Μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους (1204), η Άνδρος παραχωρήθηκε στον ανιψιό του δόγη της Βενετίας, Μαρίνο Δάνδολο, ο οποίος ανέπτυξε το Κάτω Κάστρο της σημερινής πόλης της Άνδρου. Στη συνέχεια το νησί πέρασε υπό την κυριαρχία διάφορων ευγενών ιταλικών οικογενειών, ενώ βρισκόταν πάντα στη σφαίρα επιρροής της Βενετίας. Για κάποιο διάστημα μάλιστα ενσωματώθηκε στο Δουκάτο της Νάξου. Κατά την περίοδο της φραγκικής κυριαρχίας, και συγκεκριμένα τον 15ο αιώνα, φαίνεται πως έλαβε χώρα η μαζική μετοικεσία αλβανόφωνων πληθυσμών από την Αττική και την Εύβοια στο νησί, κυρίως στο βόρειο τμήμα του.
Το 1566 οι Οθωμανοί κατέλαβαν το νησί με τη σύμφωνη γνώμη των κατοίκων. Στο διάστημα της οθωμανικής κυριαρχίας η Άνδρος, όπως και άλλα νησιά του Αιγαίου, έχαιρε ενός προνομιακού καθεστώτος, το οποίο εξασφάλισε τόσο μια σχετική οικονομική ευμάρεια, όσο και την κοινωνική πρωτοκαθεδρία των οικογενειών που προέρχονταν από το φεουδαλικό πλαίσιο της προηγούμενης περίοδου. Όπως και οι υπόλοιπες Κυκλάδες, η Άνδρος βρέθηκε στη δεκαετία του 1770 υπό ρωσική κυριαρχία κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων των Ρώσων στο Αιγαίο στο πλαίσιο του ρωσοτουρκικού πολέμου.
Στις 10 Μαΐου 1821 ο Θεόφιλος Καΐρης, από τους πρωτοπόρους του Νεοελληνικού Διαφωτισμού, ύψωσε τη σημαία της Επανάστασης. Μετά την ενσωμάτωσή της στην επικράτεια του νεοσύστατου ελληνικού κράτους, η Άνδρος διακρίθηκε για την ανάπτυξη της ναυτιλίας και του εφοπλιστικού κεφαλαίου, αν και επηρεάστηκε από την γιγάντωση της Αθήνας. Η εμπορική ναυτιλία ενίσχυσε μέσω συναλλάγματος την τοπική οικονομία και προσέλκυσε ποιοτικό και εύρωστο οικονομικά τουρισμό, ο οποίος, σε συνδυασμό με την πλούσια πολιτιστική ζωή, ανέδειξε το νησί σε δημοφιλή προορισμό Ελλήνων και ξένων επισκεπτών.
Κείμενο: IΔΡΥΜA ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
ΑΝΔΡΟΣ: ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ
Η μυθολογία της Άνδρου συνδέεται με τη μυθολογία και των άλλων κυκλαδίτικων νησιών.
Από τη Ροιώ και τον Απόλλωνα γεννήθηκε ο Άνιος που ο πατέρας του τον έκανε βασιλιά στη Δήλο. Ο Άνιος απέκτησε τρεις κόρες και δυο γιούς, τον Άνδρο και τον Μύκονο. Οι γιοι του βασιλεύοντας στα δυο νησιά έδωσαν και το όνομά τους.
Οι αρχαίες ονομασίες της Άνδρου ήταν Υδρούσα για τα πολλά της νερά, Επαγρίς, Νωναγρία και Λασία, που σημαίνει πυκνά δενδροφυτεμένη.
Σημαντική ήταν η παρουσία και η προσφορά της Άνδρου στα αρχαία χρόνια, χάρη στον υλικό και πνευματικό της πλούτο, αλλά κυρίως, ακόμα και τότε, χάρη στη ναυτική της δύναμη.
Ελάχιστα ευρήματα πολιτισμού της εποχής του λίθου και του χαλκού υπάρχουν, που να πιστοποιούν την ύπαρξη οικισμού προϊστορικής περιόδου στο νησί. Τις γνώσεις μας αντλούμε από τις μυθολογικές παραδόσεις.
Αργότερα εποικίστηκε από τους Πελασγούς.
Το όνομα του νησιού προέρχεται κατά πάσα πιθανότητα από το στρατηγό Άνδρο από την Κρήτη, μυθικό οικιστή της μινωικής περιόδου o οποίος είναι και ο πρώτος βασιλιάς του νησιού.
Οι αρχαιολογικές ανασκαφές αποδεικνύουν την ύπαρξη ανεπτυγμένων οικισμών από τους μυκηναϊκούς χρόνους ή και παλαιότερα.
Το νησί έρχεται στο προσκήνιο της ιστορίας κατά τη Γεωμετρική Περίοδο (9ος-7ος αιώνας π.Χ.), όπως μαρτυρούν ίχνη οικισμού που σώζονται στη Ζαγορά, στη ΝΔ ακτή του νησιού κοντά στο Ζαγανιάρι.
ΑΝΔΡΟΣ: ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ
Κατά τους ιστορικούς χρόνους το νησί κατοίκησαν Ίωνες, που ίσως προήλθαν από την Αθήνα, όπως αναφέρει και ο Θουκυδίδης.
Ο Λατίνος Πλίνιος ο Πρεσβύτερος διέσωσε μερικές από τις ονομασίες που οι ποιητές απέδιδαν στην Άνδρο. Κατά το Μύρτιλο εκαλείτο Γαύρος και μετέπειτα Αντάνδρος. Ο Καλλίμαχος την αποκαλεί Λασία, άλλοι Υδρούσα, άλλοι Nonagriam και Epagrim (λέξεις απροσδιόριστες στα ελληνικά). Οι ονομασίες αυτές αποδίδουν περισσότερο φυσικά χαρακτηριστικά του τόπου, τη βλάστηση, τα νερά, κ.ά.
Πρώτοι κάτοικοι του νησιού ήταν οι Κάρες, μετά οι Φοίνικες, ύστερα οι Κρήτες, αργότερα οι Πελασγοί και τελευταίοι οι Ίωνες γύρω στα 1.000π.Χ
Αυτή την εποχή η Άνδρος ήταν ανεξάρτητη, αργότερα όμως ανήκε κι αυτή στην αμφικτυονία της Δήλου.
Στους Περσικούς πολέμους η Άνδρος φοβισμένη από το πάθημα της Ερέτριας και της Νάξου δεν πήρε μέρος σ' αυτούς.
Σημαντικές πληροφορίες για την Άνδρο κατά τη Γεωμετρική Εποχή μας πρόσφερε η ανακάλυψη ενός σημαντικού οικισμού, σπάνιου για τους αρχαϊκούς χρόνους, στο χώρο της Ζαγοράς.
Ο οικισμός άκμασε την περίοδο 700-500 π.Χ., η ζωή του δε, καθώς φαίνεται, έσβησε απότομα.
Στη Ζαγορά αποκαλύφθηκαν 45 ορθογώνιοι χώροι-δωμάτια με αποθήκες και αυλές, χτισμένοι με το διαχρονικό ανδριώτικο υλικό, το σχιστόλιθο. Τα δάπεδα ήταν καλυμμένα με στρώμα πεπιεσμένου πηλού, όπως μέχρι και πρόσφατα συνηθιζόταν. Ξύλινα δοκάρια και πλάκες σχιστολιθικές στήριζαν τα στρώματα πηλού της οροφής.
Αξιόλογο οικοδόμημα του οικισμού ήταν και ο μεταγενέστερος χρονικά ναός, που μάλλον ήταν αφιερωμένος στη λατρεία της Αθηνάς.
Κατά τον 7ο π.Χ. αιώνα η Άνδρος υπήρξε μητρόπολη τεσσάρων σημαντικών αποικιών στην περιοχή της Χαλκιδικής και του Στρυμωνικού Κόλπου. Ηταν οι αποικίες Άκανθος, Σάνη, Στάγειρος και Άργιλλος. Κατά τον Ηρόδοτο στη διάρκεια των Περσικών Πολέμων οι Ανδρίοι, όπως και οι άλλοι νησιώτες, φέρονται να 'μήδισαν', παρέχοντας 'γήν και ύδωρ' στους Πέρσες.
Κέντρο, βασική πόλη και πηγή πληροφοριών για εμάς, είναι για τους κλασικούς χρόνους ο οικισμός που ήταν χτισμένος στη θέση της σημερινής Παλαιόπολης.
Η πόλη φέρεται να ιδρύθηκε το 700 π.Χ. περίπου, όταν εγκαταλείφθηκε ο οικισμός της Ζαγοράς.
Συστηματικές ανασκαφές δεν έχουν γίνει ακόμα.
Τυχαία, αλλά σημαντικά ευρήματα, είναι ο Ερμής της Ανδρου (αντίγραφο ελληνιστικών χρόνων) και ο έμμετρος ύμνος προς τη θεά Ίσιδα, που ακόμη χρησιμεύει σαν υπέρθυρο οικίας στην Παλαιόπολη.
Η ευημερία της περιόδου αυτής, φαίνεται από την πλούσια νομισματοκοπία. Σχετικά ευρήματα μαζί με τον Ερμή της Άνδρου φιλοξενούνται στο Αρχαιολογικό Μουσείο στη Χώρα.
Τον 7ο αιώνα π.Χ. η Άνδρος συμμετείχε μαζί με τους Χαλκιδείς στον αποικισμό της Χαλκιδικής και των παραλιακών περιοχών της Θράκης. Υπήρχε επίσης ακρόπολη, λιμάνι, αγορά και ικανή οχύρωση.
Έχουν σωθεί περίπου 60 αργυρά και χάλκινα νομίσματα σε πολλά από τα οποία εικονίζεται ο Διόνυσος, αγαπημένος θεός της Άνδρου.
Κατά τον Πελοποννησιακό Πόλεμο η Άνδρος παρατάχθηκε με πλοία και οπλίτες στο πλευρό των συμμάχων της Αθηναίων. Ως μέλος της Αθηναϊκής συμμαχίας πλήρωνε 72000 δραχμές (12 τάλαντα) ως νησιώτικο φόρο στο συμμαχικό ταμείο.
Το 411 π.Χ. οι Ανδρίοι αποσκίρτησαν από την Αθήνα, πήγαν με το μέρος της Σπάρτης, αλλά επανήλθαν και εντάχθηκαν στη Β' Αθηναϊκή Συμμαχία το 378 π.Χ.
Μετά τη μάχη στη Χαιρώνεια, το 338 π.Χ., όπου πολεμούν μαζί με τους Αθηναίους, η πόλη-κράτος της Άνδρου πέρασε στη μακεδονική κυριαρχία.
Κατά την Ελληνιστική ιστορική περίοδο, που ακολουθεί το θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, η Άνδρος καταρχάς βρέθηκε υπό άμεσο μακεδονικό έλεγχο και συμμετείχε στο κοινό των νησιωτών.
Από το 315 π.Χ. έως το 31 π.Χ., πέρασε διαδοχικά κάτω από ρωμαϊκή, μακεδονική, πτολεμαϊκή και δεύτερη μακεδονική, υπό το Δημήτριο, κυριαρχία. Το 199 π.Χ. ρωμαϊκά και περγαμηνά στρατεύματα αποβιβάστηκαν, πολιόρκησαν και άλωσαν την Παλαιόπολη. Υπό την Πέργαμο των Ατταλιδών η Άνδρος παρέμεινε έως ότου παραχωρήθηκε στους Ρωμαίους.
Σημαντικό μνημείο των ελληνιστικών χρόνων αποτελεί ο πύργος του Αγίου Πέτρου.
Ο ΚΥΚΛΑΔΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Την ονομασία Κυκλάδες χρησιμοποίησαν οι αρχαίοι έλληνες συγγραφείς για να χαρακτηρίσουν το πυκνό σύμπλεγμα των μικρών νησιών στο κέντρο του Αιγαίου πελάγους, τα οποία φαίνονται να σχηματίζουν έναν νοητό κύκλο γύρω από το ιερό νησί τους και τόπο λατρείας του Απόλλωνα, τη Δήλο. Τα νησιά αυτά υπήρξαν το λίκνο ενός σημαντικού πολιτισμού, του λεγόμενου Κυκλαδικού πολιτισμού, που άνθησε κατά την 3η χιλιετία π.χ.
Τρείς είναι οι λόγοι που συνέτειναν στη γένεση και στην ανάπτυξη πολιτισμού στις Κυκλάδες κατά τους αρχαιότατους αυτούς χρόνους. Πρώτον, η στρατηγική γεωγραφική τους θέση, δεύτερο οι περιορισμοί του φυσικού τους περιβάλλοντος οι οποίοι ανάγκασαν τους νησιώτες να στραφούν εξαρχής στην θάλασσα προκειμένου να προσποριστούν τα απαραίτητα για την επιβίωση τους και τρίτο ο ορυκτός τους πλούτος, συγκεκριμένα ο οψιδιανός της Μήλου, η σμύριδα της Νάξου, ο μόλυβδος της Σίφνου, ο χαλκός της Κύθνου και της Σέριφου και, τέλος, η κατεξοχήν πρώτη ύλη των νησιών, το μάρμαρο.
Ο όρος κυκλαδικός πολιτισμός, τον οποίο ο Χρήστος Τσούντας χρησιμοποίησε με γεωγραφική και χρονολογική σημασία, είναι συνώνυμος των όρων Πρωτοκυκλαδικός πολιτισμός ή Πρώιμη εποχή του Χαλκού ή Πρωτοχαλκή εποχή. Με τους όρους αυτούς προσδιορίζεται η πρώτη απο τις τρείς περιόδους στις οποίες διακρίνεται συμβατικά η εποχή του χαλκού στα νησιά των Κυκλάδων.
Η εποχή αυτή καλύπτει περίπου δύο χιλιετίες, δηλαδή το διάστημα απο το 3200 έως το 1100 π.χ., και διακρίνεται σε Πρωτοκυκλαδική, Μέση και Υστεροκυκλαδική.
ΑΝΔΡΟΣ: Η ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ
Στα πρώιμα βυζαντινά χρόνια η Άνδρος εντάχθηκε διοικητικά στην επαρχία Νήσων (με πρωτεύουσα τη Ρόδο). Ο χριστιανισμός διαδόθηκε από τους πρώτους αιώνες στους κατοίκους της.
Η γεωγραφική θέση της πάνω στη βασική προς Κωνσταντινούπολη θαλάσσια οδό, καθώς και η ανάγκη προστασίας της αυτοκρατορίας από αραβικές πειρατικές επιθέσεις, έκαναν την Άνδρο σημαντικό κέντρο διοίκησης του 'Θέματος του Αιγαίου Πελάγους' και έδρα αυτοκρατορικών τελωνείων.
Ανάλογη ήταν και η οικονομική και πνευματική ακμή της περιόδου. Γνωρίζουμε ότι περί το 820 μ.Χ. ο Λέων ο Μαθηματικός διδάχτηκε ρητορική, φιλοσοφία και μαθηματικά στην Άνδρο, μελέτησε δε τις πλούσιες μοναστηριακές βιβλιοθήκες του νησιού.
Ο 12ος αιώνας, περίοδος της δυναστείας των Κομνηνών, είναι η πιο τεκμηριωμένη εποχή για το νησί. Πολύτιμες πληροφορίες μας παρέχουν ξένοι περιηγητές, που σταματούσαν εκεί στο ταξίδι τους για τους Άγιους Τόπους.
Ο Αγγλοσάξωνας Seawurf, που πέρασε από την Άνδρο το 1204, μας πληροφορεί πως η σηροτροφία και η επεξεργασία του μεταξιού γενικώς, ήταν η βασική ασχολία των κατοίκων.
Περιζήτητα ήταν κυρίως τα ανδριώτικα εξάτμιτα μεταξωτά, πολυτελή βαριά υφάσματα, αλλά και τα αραχνούφαντα ζεντάτα, καθώς και τα σκινδάλια, που ήταν λεπτές χρυσοκλωστές.
Ομως, παρά τη γενική ευημερία, γνωρίζουμε πως οι εχθρικές επιδρομές συνεχίζονταν. Βενετοί, Νορμανδοί, Γενοάτες κατ'επανάληψη επιτέθηκαν και λεηλάτησαν τον τόπο.
Με την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους σταυροφόρους η Άνδρος έπεσε στον κλήρο των Ενετών. Το 1207 παραχωρήθηκε στον Μαρίνο Δάνδολο, συγγενή του Δόγη της Βενετίας και παρέμεινε στην κυριαρχία τους ως το 1566.
Οι Βενετοί για να προστατέψουν το νησί από τις αλλεπάλληλες πειρατικές επιδρομές και από τους Τούρκους, έχτισαν αμυντικούς πύργους, κάστρα, βίγλες.
Πρώτο και κύριο οχυρό επί Δάνδολου, στρατιωτικό και διοικητικό κέντρο του Βενετού δυνάστη, ήταν το Μέσα Κάστρο, που αποτέλεσε και τον πρώτο πυρήνα του μετέπειτα Κάτω Κάστρου (Castel a basso), του μεσαιωνικού οικισμού της σημερινής Χώρας.
Η σημερινή ονομασία Ρίβα επιβίωσε από την εποχή των Ενετών, μιάς και στην περιοχή αυτή υπήρχε η κύρια αποβάθρα της Χώρας. Απο τον 11ο αιώνα μ.Χ. χρονολογούνται οι βυζαντινού ρυθμού εκκλησίες, όπως ο Ταξιάρχης στο Υψηλού, στη Μελίδα και στη Μεσσαριά και η Κοίμηση της Θεοτόκου στο Μεσαθούρι.
Το 14ο αιώνα ιδρύθηκε το μοναστήρι της Αγίας (Ζωοδόχος Πηγή) κοντά στο Μπατσί, ενώ η μονή Αγίου Νικολάου θεμελιώθηκε το 1560 και ανακατασκευάστηκε το 18ο αιώνα.
Η μονή Παναχράντου ιδρύθηκε στα μέσα του l7ου αιώνα.
Στην Αγία Τριάδα στο Κόρθι στεγαζόταν από το 1813 το πρώτο προεπαναστατικό σχολείο της Άνδρου, που ιδρύθηκε από τον Σαμουήλ Πλασίμη, και το οποίο διαθέτει ανεξάρτητο κτίσμα το οποίο φιλοξενούσε τους δασκάλους καθώς και σημαντική βιβλιοθήκη.
Εξακριβωμένοι βυζαντινοί ναοί της Άνδρου είναι οι εξής: Ο Ταξιάρχης της Μεσσαριάς (1158) Ο Ταξιάρχης της Μελίδας (11ος αιώνας) Ο Ταξιάρχης του Υψηλού (11ος αιώνας) Η Παναγία στο Μεσαθούρι (12ος αιώνας) Ο Αγιος Νικόλαος στο Κόρθι(12ος αιώνας) Βυζαντινές οχυρώσεις υπήρχαν κατά πάσα πιθανότητα στο σημερινό Κάστρο της Φανερωμένης πάνω από του Κοχύλου, ενώ ερείπια πύργων υπάρχουν ψηλά στο χωριό Μελίδα, καθώς και στη βάση του ναίσκου της Αγίας Σοφίας στον Παχύκαβο του Ορμου Κορθίου.
Η δεύτερη μεσαιωνική οχύρωση που θεωρείται μεγαλύτερη και ισχυρότερη, ήταν το Επάνω Κάστρο (Castel del alto). Ορισμένοι μελετητές ταυτίζουν το Επάνω Κάστρο με το σημερινό Κάστρο της Φανερωμένης, άλλοι το τοποθετούν στην περιοχή Παλαιοκάστρου πάνω από τον Ορμο Κορθίου. Στο 19ο αιώνα ακόμα ξεχώριζαν στην περιοχή ερείπια οχυρώσεων, σπιτιών και εκκλησιών, στέρνες, πηγάδια.
Μικρότερα κάστρα και οχυρώσεις υπήρχαν διάσπαρτα στο νησί. Τα ερείπιά τους διακρίνονται ακόμα και σήμερα. Ανάμεσα σ' αυτά ο Πύργος του Μακροτάνταλου, το Βρυόκαστρο στο Βαρίδι, το Καστελλάκι στις Γίδες. Στην περίοδο της Ενετοκρατίας ανήκει και ο εποικισμός των Αλβανών, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν κυρίως στο βόρειο τμήμα της Άνδρου. Ενετικός πίνακας του 1470 αναφέρει πως η Ανδρος κατοικείται από 2000 ανθρώπους, ενώ τουρκική αναφορά του 1567 μιλά για 1800 κατοικίες Ρωμαίων και Αρβανιτών, καθώς και για 50-60 σπίτια Φράγκων.
Η ΑΝΔΡΟΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑΣ
Η τουρκική κατάκτηση της Ανδρου έγινε το 1566 έπειτα από σύμφωνη γνώμη των κατοίκων της. Το γεγονός αυτό της ηθελημένης υπαγωγής παρείχε ιδιαίτερα προνόμια στο νησί. Την πραγματική διοίκηση στον τόπο μέχρι τον 17ο αιώνα ασκούσαν οι απόγονοι βυζαντινών, φραγκικών και ανδριώτικων οικογενειών, που είχαν υιοθετήσει το φεουδαλικό ενετικό σύστημα.
Η Άνδρος και αργότερα έχαιρε ευνοϊκής μεταχείρισης από τους Οθωμανούς.
Από τον 18ο αιώνα ανήκε ως 'μαλικιανές', ένα είδος τιμάριου, στη Βαδιλέ Σουλτάνα και το 1778 στην αδελφή του Σελίμ του Γ', Σαχ Σουλτάνα.
Οι Ανδριώτες πλήρωναν καθορισμένους φόρους και είχαν εξαιρεθεί από αγγαρείες και άλλες πληρωμές, ήταν προστατευμένοι από τυχόν οθωμανικές επεμβάσεις, είχαν εξασφαλίσει το ελεύθερο του εμπορίου και τα κληρονομικά τους δικαιώματα.
Την περίοδο 1770-1777 την Άνδρο, όπως και τις άλλες Κυκλάδες, έλεγχαν οι Ρώσοι μέσω ενός ντόπιου άρχοντα, του λεγόμενου καντζιλλιέρη. Με την αναχώρηση των Ρώσων πρωτοπαρουσιάστηκε στην Άνδρο ο θεσμός του κοτζάμπαση. Οι κοτζαμπάσηδες του Κάτω Κάστρου και Κορθίου ήταν προεστοί εύποροι γαιοκτήμονες. Τις περισσότερες φορές εκλέγονταν για ένα χρόνο και ήταν οι πραγματικοί διοικητές της Άνδρου.
Η οικονομία του τόπου εξακολούθησε να είναι αγροτική, στο Κάτω Κάστρο όμως είχε αρχίσει να αναπτύσσεται μια νέα τάξη ναυτικών, οι 'γεμιτζήδες', που στο 19ο πια αιώνα πρόβαλε τις δικές της αξιώσεις.
Το 1813 η Ανδρος είχε 40 καράβια χωρητικότητας 2800 τόννων και 400 περίπου ναυτικούς.
Στα πρώτα χρόνια της Τουρκοκρατίας οι πληροφορίες αναφέρουν τη λειτουργία ενός σχολείου, αυτού των Καπουτσίνων μοναχών, που ιδρύθηκε το 17ο αιώνα.
Το 1768 ο αρχιεπίσκοπος Άνδρου Διονύσιος Καΐρης δημιούργησε το "Σχολείον Ελληνικών Γραμμάτων".
ΑΝΔΡΟΣ: ΠΡΟΣΦΑΤΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Το Μάιο του 1821 έπειτα από συγκέντρωση του λαού αποφασίστηκε η συμμετοχή των Ανδριωτών στον αγώνα του υπόδουλου γένους, με πολεμιστές, χρήματα και πολεμικά καράβια.
Στις 10 Μαϊου 1821 ο Θεοφιλος Καϊρης ύψωσε το λάβαρο της επανάστασης και έτσι σηματοδοτείται η νεότερη ιστορία του νησιού, κατά την οποία η Άνδρος βρέθηκε στον κολοφώνα της οικονομικής της ευημερίας, χάρη στην ισχυρή ναυτιλία της.
Το 1822 έως και το 1828 ξέσπασαν κοινωνικά κινήματα στο νησί, όπως αυτό του Δημητρίου Μπαλή, με κύριες αφορμές την αβάσταχτη φορολογία που είχαν επιβάλει οι τοπικοί άρχοντες.
Το νησί εξάλλου υπέφερε από την αποβίβαση σ' αυτό ατάκτων στρατευμάτων των 'λιάπηδων', που τρομοκρατούσαν κυρίως τους κατοίκους των χωριών.
Στα Οθωμανικά χρόνια παρατηρείται η αλματώδης ανάπτυξη της ναυτιλίας στην Άνδρο, η οποία μετά το 1880 από ιστιοφόρος μετατράπηκε σε ατμήλατη, σύμφωνα με τις νέες επιταγές. Η ανδριακή ναυτιλία κατόρθωσε να ξεπεράσει την κρίση των δύο Παγκοσμίων Πολέμων και αποτελεί μέχρι τις μέρες μας βασική πηγή πλούτου για τον τόπο. |